O Μιχάλης ο γιατρός



Τσαγκαροδευτέρα λίγο πριν τις δέκα το πρωί καθόμουν στο γραφείο μου, μπροστά στον υπολογιστή αφοσιωμένος  στην καταχώρηση στοιχείων πελατών.
Το  κτύπημα στο τζάμι  μου απέσπασε την προσοχή. Γύρισα και είδα την θεία μου την  Κατίνα να με χαιρετά. Θεοσεβούμενη  καλοσυνάτη και πάντα με ένα καλό λόγο στο στόμα.
-Έλα λίγο μέσα να ξαποστάσεις ,να σε δώ και λίγο ,της φώναξα.
-Για λίγο μόνο, μου ανταπάντησε γιατί θα ανησυχεί ο θείος σου.
Κάθισε στην καρέκλα και αφού είπαμε τα σχετικά με το πώς είναι ο καθένας μας  και οι οικογένειες μας, το μάτι της έπεσε στην εικόνα  που είχα στην οθόνη του υπολογιστή σαν ταπετσαρία.
-Ο Αρχάγγελος Μιχαήλ είναι, με ρώτησε.
-Ναι της απάντησα. Είναι τοιχογραφία από την Ιερά Μονή Δοχειαρίου στο Άγιο  Όρος.
-Το ξέρω πολύ καλά αυτό το πρόσωπο, μονολόγησε. Έτσι ήταν κι εκείνος, το ίδιο πρόσωπο Μεγάλη η χάρη του, ψιθύρισε και άρχισε να σταυροκοπιέται.
Γνωρίζεις το ιστορικό που κινδύνεψα να πεθάνω πριν 40 χρόνια, μου είπε. Το λέω και δεν με πιστεύουν.
-Εγώ σε πιστεύω θεία της είπα χαμογελώντας. Το έχω ακούσει από τον πατέρα μου.
-Δεν ήμουν καθόλου καλά τότε. Ήμουν  στο νοσοκομείο σε κωματώδη κατάσταση. Είχα ακατάσχετη εσωτερική αιμορραγία, με αφόρητους πόνους στην κοιλιά, με υψηλό πυρετό, και  πολύ χαμηλή πίεση. Η ωχρότητα του προσώπου μου, δήλωνε στους παρευρισκόμενους συγγενείς ότι ίσα ίσα κρατιόμουν στη ζωή.  Οι Θεράποντες γιατροί απ ότι έμαθα αργότερα με είχαν ξεγράψει. Οι δικοί μου περίμεναν να συμβεί το μοιραίο από στιγμή σε στιγμή.
 Στο δωμάτιο ήταν εκείνη τη στιγμή  η γειτόνισσα η κ. Χάρη .
Μέσα στην παραζάλη μου άκουσα την Χάρη να φωνάζει  τον γιατρό.
Άνοιξα τα μάτια μου περιμένοντας να δώ τον εύσωμο γιατρό μου να μπαίνει. Αντί αυτού
στάθηκε μπροστά μου ένας νεαρός γιατρός , ψηλός  λυγερόκορμος με την άσπρη ποδιά του και με ευγενικό γλυκύ πρόσωπο.
 Πάτησε πάνω στην κοιλιά μου, αλά δεν αισθανόμουν καμία πίεση. Ήταν ανάλαφρος.
Τι κάνεις γιατρέ; ρώτησα απορημένη.
-Μην φοβάσαι μου είπε. Θα γίνεις καλά!
Αμέσως αισθάνθηκα το μέτωπο μου να δροσίζεται και τον πόνο να φεύγει από την κοιλιά μου. Μια γλυκιά ηρεμία και αγαλλίαση με  πλημμύρησε. 
-Ποιος είσαι παλληκάρι μου, πώς σε λένε; Τον ρώτησα.
-Μιχάλη με λένε, απάντησε χαμογελώντας  ο νεαρός γιατρός και βγήκε από την πόρτα.
Μέσα στην παραζάλη μου άνοιξα τα μάτια μου και ρώτησα την Χάρη που πήγε ο νεαρός γιατρός.
Η κ. Χάρη τα έχασε.
-Κατίνα είσαι καλά ;Πώς αισθάνεσαι;
-Δόξα τω Θεώ, αισθάνομαι πάρα πολύ καλά, ας είναι καλά το  γιατρουδάκι ο Μιχάλης που μου πήρε τον πόνο! Πού πήγε, δεν πρόλαβα να τον ευχαριστήσω!
-Ποιος γιατρός Κατίνα μου. Δεν  μπήκε στο δωμάτιο κανείς εδώ και ώρες. Ήσουν σε λήθαργο.
 Το βλέμμα μου έπεσε στην εικόνα του Αρχαγγέλου Μιχαήλ που ήταν πάνω στο κομοδίνο. Αναγνώρισα αμέσως την γλυκύτητα του προσώπου του νεαρού γιατρού και συγκινήθηκα.
Ακούγοντας τις συνομιλίες  μπήκαν στο δωμάτιο ο θείος σου και οι υπόλοιποι συγγενείς και βλέποντας με ζωηρή και ομιλητική δίχως πόνους, έκλαιγαν από την χαρά τους. Κάλεσαν το γιατρό μου  ο οποίος αφού με εξέτασε είπε  ότι ξεπέρασα τον κίνδυνο και ότι θα γινόμουν καλά. Απορημένος  δήλωσε σε όλους τους παρευρισκόμενους ότι  έγινε θαύμα.
-Ξέχασα να σου πω ανιψιέ  ότι ξημέρωνε των Ταξιαρχών.

http://Neokriniotika.blogspot.com
          24/9/2013